• Κέραμβος (σκαθάρι)
  • Κύκνος (κύκνος)
  • Μενίππη (κομήτης)
  • Μεροπίς (κουκουβάγια)
  • Μητιόχη (κομήτης)
  • Νεόφρονας (γυπαετός)

  • Όρειος (αρπακτικό όρνιο)
  • Περίφας (αετός)
  • Πολυφόντη (κουκουβάγια)
  • Σμύρνα (μυρτιά)
  • Τιμάνδρα (αιγίθαλος)
  • Χελώνη (χελώνα)
Γαλινθιάς ή Γαλανθίς (η)

Η Γαλινθιάς ήταν κόρη του Προίτου και φίλη (συμπαίκτρια) της Αλκμήνης.

Όταν επρόκειτο η Αλκμήνη να γεννήσει τον Ηρακλή, η Ειλείθυια και οι Μοίρες, οι θεότητες του τοκετού, ύστερα από εντολή της Ήρας την παρεμπόδιζαν και δεν της επέτρεπαν να γεννήσει, κρατώντας σταυρωμένα τα χέρια τους. Ο "δεσμός", τα πλεγμένα χέρια της Ειλείθυιας και των Μοιρών, αποτελούσε εμπόδιο, "δέσιμο", της γέννας (συμπαθητική μαγεία).

Εννιά μέρες και νύχτες εμπόδιζαν με τα ξόρκια τους τη γέννηση του Ηρακλή. Τότε η Γαλινθιάς, από τη στενοχώρια της για το μαρτύριο της Αλκμήνης, εξαπάτησε τις θεές λέγοντάς τους ότι η Αλκμήνη είχε φέρει στον κόσμο ένα αγόρι ύστερα από εντολή του Δία. Εκείνες γεμάτες τρόμο, και αγανάκτηση, επειδή νόμιζαν πως είχαν περιφρονηθεί, εγκατέλειψαν τη στάση που "έδενε" την Αλκμήνη και τότε εκείνη γέννησε αμέσως τον Ηρακλή.

Οι θεές εκδικήθηκαν τη Γαλινθιάδα που τις εξαπάτησε και τη μεταμόρφωσαν σε νυφίτσα. Κι επειδή είχε χρησιμοποιήσει το στόμα της για να τις ξεγελάσει, λέγοντάς τους ψέματα, την καταδίκασαν να γεννά από το στόμα. Γι' αυτό ισχυρίζονταν ότι η νυφίτσα θορίσκεται (δέχεται το σπέρμα) δια των ώτων, τίκτει δ' αναφέρουσα το κυούμενον εκ του τραχήλου.

Η Εκάτη τη λυπήθηκε και την έκανε ακόλουθο και ιερό ζώο της.

Ο Ηρακλής, όταν μεγάλωσε, έχτισε ένα ιερό κοντά του στο σπίτι του προς τιμή της και της πρόσφερε θυσία.

Οι Θηβαίοι γιόρταζαν τα Γαλινθιάδια προς τιμή της και θυσίαζαν πάντα σε αυτήν μια μέρα πριν τη γιορτή του Ηρακλή.

Ο Αιλιανός αναφέρει ότι η νυφίτσα κι όχι η Γαλινθιάδα φόβισε τις Μοίρες που εμπόδιζαν τη γέννα της Αλκμήνης και τις έκανε να λύσουν τα χέρια τους.

Βιβλιογραφία - πηγές

Αντωνίνος Λιβεράλις, Μεταμορφώσεων Συναγωγή

Προίτου θυγάτηρ ἐν Θήβαις ἐγένετο Γαλινθιάς. αὕτη
παρθένος ἦν συμπαίκτρια καὶ ἑταιρὶς Ἀλκμήνης τῆς Ἠλεκ-
τρύωνος. ἐπεὶ δὲ Ἀλκμήνην ὁ τόκος ἤπειγε τοῦ Ἡρακλέους,
Μοῖραι καὶ Εἰλείθυια πρὸς χάριν τῆς Ἥρας κατεῖχον ἐν
ταῖς ὠδῖσι τὴν Ἀλκμήνην.
καὶ αὗται μὲν ἐκαθέζοντο
κρατοῦσαι τὰς ἑαυτῶν χεῖρας, Γαλινθιὰς δὲ δείσασα μὴ
Ἀλκμήνην ἐκστήσωσι βαρυνομένην οἱ πόνοι, δραμοῦσα παρά
τε τὰς Μοίρας καὶ τὴν Εἰλείθυιαν ἐξήγγειλεν ὅτι Διὸς βουλῇ
γέγονε τῇ Ἀλκμήνῃ παῖς κόρος, αἱ δὲ ἐκείνων τιμαὶ κατα-
λέλυνται.
πρὸς δὴ τοῦτ' ἔκπληξις ἔλαβε τὰς Μοίρας καὶ
ἀνῆκαν εὐθὺς τὰς χεῖρας, Ἀλκμήνην δὲ κατέλιπον εὐθὺς
αἱ ὠδῖνες καὶ ἐγένετο Ἡρακλῆς. αἱ δὴ Μοῖραι πένθος
ἐποιήσαντο καὶ τῆς Γαλινθιάδος ἀφείλοντο τὴν κορείαν, ὅτι
θνητὴ τοὺς θεοὺς ἐξηπάτησε, καὶ αὐτὴν ἐποίησαν δολερὰν
γαλῆν καὶ δίαιταν ἔδωκαν ἐν τῷ μυχῷ καὶ ἄμορφον ἀπέδει-
ξαν τὴν γονήν. θορίσκεται μὲν γὰρ διὰ τῶν ὤτων, τίκτει δ' ἀ-
ναφέρουσα τὸ κυόμενον ἐκ τοῦ τραχήλου.
ταύτην Ἑκάτη
πρὸς τὴν μεταβολὴν τῆς ὄψεως ᾤκτειρε καὶ ἀπέδειξεν ἱερὰν
αὐτῆς διάκονον· Ἡρακλῆς δ' ἐπεὶ ηὐξήθη τὴν χάριν ἐμνη-
μόνευσε καὶ αὐτῆς ἐποίησεν ἀφίδρυμα παρὰ τὸν οἶκον καὶ
ἱερὰ προσήνεγκεν. ταῦτα νῦν ἔτι τὰ ἱερὰ Θηβαῖοι φυλάττουσι
καὶ πρῲ Ἡρακλέους ἑορτῇ θύουσι Γαλινθιάδι πρώτῃ.

Οβίδιος, Μεταμορφώσεις, 9, 284
Αιλιανός, 12, 5